Το Ηράκλειο

Κανείς δεν αμφισβητεί τη σημασία του σημερινού Ηρακλείου, της μεγαλύτερης πόλης και πρωτεύουσας του νησιού, παρόλο ότι κατά τη Μινωική εποχή το κέντρο της ευρύτερης περιοχής ήταν περισσότερο προς την ενδοχώρα, στην Κνωσσό.

Ο λόφος όπου βρίσκεται το κέντρο του σημερινού Ηρακλείου κατοικήθηκε στην αρχή της 1ης χιλιετίας π.Χ., ενώ ο Πλίνιος, τον 1ο αιώνα ν. Χ., μνημονεύει μια μικρή πόλη. Λίγο αργότερα έχουμε επίσης αναφορά στο "Ηράκλειον" από τον Κλαύδιο Πτολεμαίο. Οι Βυζαντινοί τείχισαν τον οικοσμό και τον ονόμασαν Κάστρο.
Οι Άραβες θα είναι αυτοί που πρώτοι θα επιλέξουν το Ηράκλειο για πρωτεύουσα του νησιού, αντί για τη Γόρτυνα, πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής και Βυζαντινής Κρήτης, την οποία και κατέστρεψαν. Ο λόγος γι' αυτό είναι κυρίως ότι ήθελαν ένα οχειρωμένο λιμάνι που να χρησιμεύει ως ορμητήριο για τις επιδρομές τους στο Αιγαίο. Το Ηράκλειο θα παραμείνει πρωτεύουσα της Κρήτης έως το 1851, και ξανά από το 1979.
Οι Άραβες ονόμαζαν το Ηράκλειο Rabdn el-Khandaq, δηλαδή Φρούριο της Τάφρου, γι' αυτό και στα ελληνικά ονομάστηκε Χάνδακας. Παρά την ισχυρή οχύρωσή της, η πόλη θα καταληφθεί από τον Νικηφόρο Φωκά το 961 μ.Χ.
Ο Νικηφόρος Φωκάς θα προσπαθήσει - δίχως επιτυχία - να μεταφέρει την πρωτεύουσα του νησιού πιο νότια, στο Τέμενος, αλλά τελικά ο Χάνδακας θα διατηρήσει το ρόλο του. Κατά τη Δεύτερη Βυζαντινή περίοδο, το Ηράκλειο θα αρχίσει να αποκαλείται και Μεγάλο Κάστρο.
Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους το 1204, η Κρήτη θα παραχωρηθεί στη Βενετία, αλλά θα προλάβει ο γενουάτης πειρατής Ενρίκο Πεσκατόρε να καταλάβει το νησί. Όμως οι Ενετοί θα αντιδράσουν και το 1207 ο Χάνδακας θα πέσει στα χέρια τους, θα γίνει η πρωτεύουσα της ενετικής Κρήτης και θα αποκτήσει τη λατινική ονομασία Candia.


Η άφιξη των Ενετών θα σημάνει περίοδο ανάπτυξης της πόλης, και ήδη στα μέσα του 15ου αιώνα το νέο τμήμα της, αυτό που ήταν έξω από τις παλαιές οχυρώσεις, θα είναι ήδη διπλάσιο από το παλιό, γεγονός που έκανε επιτακτική την ανάγκη νέας, μεγαλύτερης οχύρωσης.
Ταυτόχρονα, αναπτύσσεται η οικονομία, η βιοτεχνία, η κατασκευή πολυτελών ειδών, αλλά και η λογοτεχνία, ενώ διαμορφώνεται και μια τάξη διανοούμενων, συχνά σπουδασμένων στην Ιταλία, η οποία προέρχεται είτε από τη βενετσιάνικη είτε από την κρητική αριστοκρατία. Άλλωστε, ήδη από τον 14ο αιώνα υπάρχει τάση για ίδρυση νέων σχολείων και το 1567 ιδρύεται στο Ηράκλειο η Ακαδημία των Stravaganti. Κατά τον 16ο και 17ο αιώνα, διαμορφώνεται ένα ιδιότυπο και πολύ ενδιαφέρον πολιτισμικό αμάλγαμα στον ενετοκρατούμενο Χάνδακα, που περιλαμβάνει ελληνικά και ιταλικά στοιχεία σε μια πρωτότυπη σύνθεση.
Έτσι, μετά τον 16ο αιώνα, μπορούμε να μιλάμε για Κρητική Αναγέννηση στον Χάνδακα, αλλά και συνολικά στο νησί. Αυτό φάνηκε και στη ζωγραφική όπου διαμορφώθηκε η λεγόμενη Κρητική Σχολή αγιογραφίας, που συνδύαζε βυζαντινά και ευρωπαϊκά στοιχεία. Πολύ σημαντικός καλλιτέχνης θα είναι ο Θεοφάνης ο Κρης, όμως θα εργαστεί κυρίως εκτός Κρήτης, επιλέγοντας να γυρίσει στο Ηράκλειο μόνο λίγο πριν από το θάνατό του. Στον Χάνδακα θα επικεντρωθεί μεγάλο μέρος της ζωής και της δράσης του Μιχαήλ Δαμασκηνού, του μεγαλύτερου ζωγράφου της Κρητικής Σχολής, ενώ στο Ηράκλειο θα κάνει τα πρώτα του βήματα και ο μεγάλος Δομήνιλος Θεοτοκόπουλος, γνωστός και ως Ελ Γκρέκο.
Αποκορύφωμα της Κρητικής Αναγέννησης θα είναι η ανάπτυξη στα τέλη του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα της κρητικής λογοτεχνίας, μοναδικής στιγμής στην ιστορία του νεότερου Ελληνικού πολιτισμού, που έδειξε ότι μπορούσε να υπάρξει αξιόλογη λογοτεχνική παραγωγή στη λαϊκή γλώσσα - τάση που θα πρέπει να περιμένουμε το Διονύσιο Σολωμό για να τη δούμε να συνεχίζεται. Πρωτοπόρος σε αυτή τη λογοτεχνική αναγέννηση θα είναι ο Γεώργιος Χορτάτσης, συγγραφέας - μεταξύ άλλων - και της Ερωφίλης. Όμως, κορυφαία στιγμή της Κρητικής λογοτεχνίας θα είναι το έργο του Βιτσέντζου Κορνάρου, που ανήκε στην εξελληνισμένη ενετοκρητική αρχοντική οικογένεια των Κορνάρων από τη Σητεία (ο αδελγός του, Ανδρέας, ήταν πρόεδρος της Ακαδημίας των Stravaganti).
Ο Ερωτόκριτος θεωρείται ένα από τα πρώτα αριστουργήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, χάρις κυρίως στην ασυναγώνιστη ζωντάνια και ποιητικότητα που τον διακρίνουν. Σημαντικός λογοτέχνης από τον Χάνδακα ήταν και ο Μάρκος Αντώνιος Φώσκολος, γνωστός κυρίως από το θεατρικό έργο του Φορτουνάτος.
Η Κρητική Αναγέννηση, όμως, περιλάμβανε και εξαιρετικά αρχιτεκτονικά έργα. Τα συμπεράσματα και οι κατευθύνσεις των μεγάλων θεωρητικών της Αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής Sebastiano Serlio και Andrea Palladio αξιοποιήθηκαν και στην Κρήτη, με αποκορύφωμα τη μετάβαση από την ώριμη Αναγέννηση στο Μπαρόκ κατά το πρώτο μισό του 17ου αιώνα.
Εκτός από τα δημόσια κτήρια ιδιαίτερα σημασία θα δοθεί την εποχή εκείνη και στην οχύρωση του Χάνδακα. Για να αντιμετωπιστούν τα νέα πυροβόλα όπλα, θα εφαρμοστεί σε ευρεία κλίμακα το σύστημα οχύρωσης με προμαχώνες, σύμφωνα και με τις κατευθύνσεις του μεγάλου μηχανικού Michele Sanmicheli, στο οποίο και οφείλεται εν πολλοίς η αντοχή του Χάνδακα κατά την πολιορκία τους από τους Τούρκους.
Το καλοκαίρι του 1647 οι Τούρκοι έχτισαν δικά τους φρούρια και έφεραν μεγάλα κανόνια, ενώ κατασκεύασαν και χυτήρια. Οι πολιορκημένοι, με τη σειρά τους, εκμεταλλεύτηκαν τη δυνατότητα της επικοινωνίας δια θαλάσσης που διατηρούσαν. Οι προσπάθειες ενίσχυσης από τη Δύση δεν άλλαξαν πάντως το συσχετισμό δύναμης, ούτε και οι απόπειρες διπλωματικής λύσης βοήθησαν.
Μολαταύτα, η πολιορκία έδειχνε να βρίσκεται σε στασιμότητα. Ο σουλτάνος, οργισμένος, ανακαλεί τον Χουσεΐν, επικεφαλής των στρατευμάτων, τον αποκεφαλίζει και στη θέση του βάζει τον Αχμέτ Κιουπρουλή, νέο, ικανό και φιλόδοξο. Απέναντί του βρισκόταν ο επίσης πολύ ικανός Φρ. Μοροζίνι. Το 1667 αρχίζουν νέος, εντονότερος τουρκικός βομβαρδισμός, πρακτικές ψυχολογικού πολέμου (προκηρύξεις προς τους έγκλειστους να αυτομολήσουν), συνεχείς συγκρούσεις στις στοές κάτω από το κάστρο. Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα για τους πολιορκημένους όταν τον Νοέμβριο αυτομολεί ο ενεοτοκρητικός μηχανικός Barrozi, ο οποίος αποκαλύπτει στους Τούρκους τα αδύναμα σημεία της οχύρωσης. Έτσι, το καλοκαίρι του 1669, παρά την άφιξη του γαλλικού στόλου υπό τον de Beaufort, οι συσχετισμοί αλλάζουν. Ο Μοροζίνι αποφασίζει να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις και τέλος, το Σεπτέμβριο του 1669, η πόλη παραδίδεται. Ευτυχώς, μέρος της συμφωνίας παράδοσης ήταν και η μεταφορά των αρχείων της πόλης, με αποτέλεσμα να διασωθεί έτσι τεράστιος πλούτος ιστορικού υλικού.
Ο Χάνδακας θα έχει υποστεί τεράστιες ζημιές και θα δει τον πληθυσμό του να μειώνεται ριζικά. Μια νέα περίοδος ανάπτυξης της πόλης θα ξεκινήσει από τον 18ο αιώνα, ενώ αρκετά νέα κτήρια θα προστεθούν στην αρχή του 19ου αιώνα. Όμως, ο μεγάλος σεισμός του 1856 θα καταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος της πόλης.
Τελευταία μεγάλη καταστροφή που θα υποστεί το Ηράκλειο θα είναι στις 25 Αυγούσρου 1898, όταν, κατά την άφιξη αγγλικών στρατευμάτων με αρμοδιότητα να επιβλέπουν τη συμφωνία για την αυτονομία της Κρήτης, ο τουρκικός όχλος επιδόθηκε σε εκτεταμένες καταστροφές και βιαιοπραγίες. Το γεγονός ότι ανάμεσα σε αυτούς που θα σκοτωθθούν θα είναι και Άγγλοι, θα οδηγήσει πάντως σε αλλαγή στάσης των Μεγάλων Δυνάμεων, με αποτέλεσμα να απομακρυνθούν βαθμιαία από το νησί όλοι οι τούρκοι στρατιώτες.
Η πόλη αναπτύσσεται έκτοτε δυναμικά και επεκτείνεται έξω από τα όρια του οχυρωματικού της περιβόλου. Στην αύξηση του πληθυσμού σημαντικό ρόλο θα παίξει και η άφιξη πολλών προσφύγων από τη Μικρά Ασία μετά το 1922, γεγονός που θα προσδώσει και ιδιαίτερο χρώμα στη σύγχρονη πόλη του Ηρακλείου.
Διοικητικό και οικονομικό κέντρο, πρωτεύουσα της Κρήτης από το 1971, έδρα σημαντικών σχολών του Πανεπιστημίου Κρήτης, καθώς και του δυναμικού Ινστιτούτου Τεχνολογικής Έρευνας, αλλά και ένα από τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας, το Ηράκλειο σήεμρα είναι πόλη που διακρίνεται κατεξοχήν για το δυναμισμό της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου